Thomas Demand
Νίκος Βαλσαμάκης
Thomas Demand, Klause V, 2006, C-print/Diasec, 197 × 137 cm. Παραχώρηση της Galerie Sprüth Magers.
Χωρίς αμφιβολία, η δουλειά του Thomas Demand διαθέτει τεχνική και μορφολογική αρτιότητα σε ό,τι αφορά την ευχέρεια στα μέσα και τον έλεγχο της εικόνας. Ο Demand ξεχωρίζει από πολλούς άλλους καλλιτέχνες της γενιάς του για την αίσθησή του στις αναλογίες των όγκων, αλλά και διότι έχει κατανοήσει κάτι απλό μα πολύ σημαντικό: τον ρόλο του φωτισμού ως ενοποιό στοιχείο για την κατασκευή χώρου και την ένταξη των μορφών (βλέπε, για παράδειγμα, το έργο Lichtung, 2003).
Η εικονοπλασία του Demand ακολουθεί τους αισθητικούς κανόνες της Industriefotographie, μιας «καθαρής» χειρωνακτικής φωτογραφικής τελειότητας. Η Industriefotographie ακαδημαϊκοποιείται στη Δυτική Γερμανία με την είσοδο στην Σχολή Καλών Τεχνών του Düsseldorf των Bernd και Hilla Becher ως καθηγητών φωτογραφίας. Κύρια χαρακτηριστικά των Bechers, τα οποία διακρίνουν και τον Demand, είναι η χρήση της κάμερας μεγάλου μεγέθους (Grossformat kamera) και η επακόλουθη λήψη σε αρνητικό film, η χρήση ουδέτερου φωτισμού, η απουσία του ανθρώπου (ή, εάν υπάρχει, ως δευτερεύοντος στοιχείου).
Θα αναφερθώ εδώ σε δύο σειρές φωτογραφιών, την Embassy, 2007, και την Klause, 2006, από την έκθεση του Demand, με τίτλο Camera, που πραγματοποιήθηκε στην Kunsthalle του Αμβούργου. Και οι δύο σειρές αφορούν γεγονότα της τρέχουσας επικαιρότητας, της διεθνούς αλλά και ειδικότερα της γερμανικής. Στη σειρά Embassy ο Demand αναπαριστά κυρίως τα εσωτερικά της νιγηριανής πρεσβείας στη Ρώμη. Αρκετοί θα θυμόμαστε την εποχή λίγο πριν από τη δεύτερη εισβολή στο Ιράκ και την εκστρατεία της αμερικανικής κυβέρνησης για να πιέσει τo Συμβούλιο Ασφαλείας στον ΟΗΕ, αλλά και τον διεθνή Τύπο, με την προσκόμιση στοιχείων που να δικαιολογούν τον επικείμενο πόλεμο. Μεταξύ άλλων χρησιμοποιήθηκαν και κάποια, πλαστογραφημένα, όπως αποδείχθηκε αργότερα, διπλωματικά δελτία που αναφέρονταν στις δήθεν δραστηριότητες του ιρακινού καθεστώτος για την απόκτηση ουρανίου (orange cake). Η προέλευση των δελτίων ήταν προϊόν διάρρηξης από την συγκεκριμένη πρεσβεία. O Demand, όπως έχει δηλώσει, είχε αρχικά την πρόθεση να αναπαραστήσει τους χώρους χωρίς να έχει πρόσβαση στο κτίριο, με βάση κυρίως δημοσιεύματα του Τύπου. Τελικά του επετράπη η είσοδος — όχι όμως η λήψη φωτογραφιών καταγραφής. Οι φωτογραφίες των μοντέλων παρουσιάζουν τα δωμάτια ως αποστειρωμένα ακατάστατα γραφεία, και εναπόκειται στην κρίση του θεατή να τις δει ως αναπαραστάσεις της πρεσβείας ή κάποιου μεταφραστικού γραφείου στην Ομόνοια.
Στη σειρά Klause αναπαριστάται το εσωτερικό μιας pizzeria (που πριν ήταν μπιραρία) και συγκεκριμένα τα «πίσω δωμάτια», όπου κατά πάσα πιθανότητα έλαβε χώρα ένα έγκλημα παιδοφιλίας. Klause στα γερμανικά είναι το κελί του μοναχού. Ο όρος έχει καθιερωθεί ως συνώνυμο ενός μικρού-περιορισμένου χώρου, εδώ πρόκειται για μια ιδιοτυπία που έχει να κάνει με την περιοχή της Ρηνανίας, όπου η λέξη «Klause» εκφράζει τη μικρή μπιραρία-restaurant της γειτονιάς. Για μια εποχή πιθανολογήθηκε ότι στα πίσω δωμάτια της μπιραρίας κρατείτο αιχμάλωτο ένα εξαφανισμένο εξάχρονο αγόρι, το οποίο, σύμφωνα με την εκδοχή της αστυνομίας, εκδίδετο από τους μαγαζάτορες σε διάφορους «ενδιαφερόμενους» … Tο απαχθέν παιδί δεν βρέθηκε ποτέ και θεωρείται σίγουρo ότι δολοφονήθηκε, ενώ οι πιθανοί δράστες αθωώθηκαν ελλείψει αποδεικτικών στοιχείων. O ιδιοκτήτης του χώρου φρόντισε άμεσα μετά τη λήξη των αστυνομικών ερευνών να σβήσει τα χνάρια του «κακού» απο το χώρο, να ουδετεροποιήσει εκ νέου τον τόπο του πιθανού εγκλήματος, ανακαινίζοντάς τον με σκοπό την επανενοικίαση. Σύντομα βρέθηκε κάποιος πρόθυμος που άνοιξε μια pizzeria, η οποία έκλεισε σύντομα, ελλείψει πελατών, όταν μαθεύτηκαν τα γεγονότα. O Demand δείχνει τους χώρους της κλειστής pizzeria. Στην Klause ξαναδίνονται ουδέτεροι και «ξεκαθαρισμένοι».
Αυτή λοιπόν η «ουδετεροποίηση» είναι που τον ενδιαφέρει στο στήσιμο των χώρων του και η οποία τον καθιστά ως έναν καθαρά γερμανό καλλιτέχνη, στην παράδοση του Gerhard Richter. Ουδετεροποιώντας τον, ξαναστήνει τον κόσμο ως χάρτινο μοντέλο, καθαρό, ατσαλάκωτο και άγραφο. Ο πραγματισμός με τον οποίο αντιμετωπίζει το θέμα του και και τον οποίο ακολουθεί με απόλυτη συνέπεια ως το τέλος, αφήνει την αίσθηση του κόσμου σαν ένα χάρτινο εκμαγείο, την «αναπαράσταση» ενός εγκλήματος ως το μοντέλο του θρύλου των Media. Ό,τι έχει απομείνει από τα πρωτοσέλιδα, τις δημοσιεύσεις και τις εικασίες στέκεται σαν σιωπηλό γλυπτό από μιαν άλλη εποχή και μας «κοιτάει κατάματα». Κρατώντας τις αποστάσεις του από το θέμα, φαίνεται ο ενθουσιασμός και η τεχνική με την οποία φτιάχνει τα μοντέλα του.
Εκπλησσόμαστε όταν διακρίνουμε την «παγίδα» που μας στήνει, όταν ανακαλύπτουμε το πλαστό-χάρτινο στις απεικονίσεις. Όσο όμως κι αν αυτός ο αντικειμενικός ρεαλισμός έχει μια μνημειακή αλήθεια, μένει ένα κενό από την έλλειψη μιας υποκειμενικής κρίσης ως προς το καθεαυτό θέμα. Αυτό το δίλημμα δεν διακρίνει μόνο τον Demand. Η έμφαση στο αντικείμενο, τo ορθό και η αποφυγή της υποκειμενικής διάστασης στις αναφορές είναι βασικά χαρακτηριστικά ενός σημαντικού μέρους της μεταπολεμικής δυτικογερμανικής καλλιτεχνικής σκηνής.
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μου στην έκθεση συνάντησα μια ομάδα νεαρών μαθητών που συμμετείχαν στο παιδαγωγικό πρόγραμμα της Kunsthalle. Η παιδαγωγός συζητούσε μαζί τους ένα έργο του Demand από τη σειρά Klause. Τους ζητάει να περιγράψουν την εικόνα που βλέπουν. Τους εφιστά την προσοχή στην υλικότητα και τους προτρέπει να «κοιτάξουν προσεκτικά». Γίνεται λόγος για το χαρτί, την χαρτοκοπτική και τη φωτογραφία, ενώ αποφεύγεται κάθε αναφορά στο θέμα που απεικονίζεται. Ίσως εντέλει ό,τι απομένει από τη δουλειά του Thomas Demand να είναι η άψογη εκτέλεση.
Ο Νίκος Βαλσαμάκης είναι καλλιτέχνης. Ζει και εργάζεται στο Αμβούργο.