Το ψηφιδωτό, η ψηφιοποίηση και το δαντελωτό
Νεφέλη Γεωργακοπούλου, Κωστάντια Μάνθου


⁰⁵⁻⁰⁶ Νίκος Αλεξίου, The End, Biennale Βενετίας, Ελληνικό περίπτερο, 2007. Φωτογραφίες: Κήπος.


Η Νεφέλη Γεωργακοπούλου και η Κωστάντια Μάνθου, απόφοιτες του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, εργάστηκαν κοντά στον Νίκο Αλεξίου κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του έργου The End. Στον σύντομο διάλογο που ακολουθεί ανταλλάσσουν σκέψεις για την εμπειρία τους και τη διαδικασία κατασκευής του έργου.


Κωστάντια Μάνθου: Γνώρισα τον Νίκο Αλεξίου ένα απόγευμα, στο σπίτι του, στο Κολωνάκι. Ο τρόπος που έστηνε στο σπίτι τα έργα — δικά του και μη — καθιστούσε τον ίδιο τον χώρο ως ένα έργο μέσα στο οποίο ζούσε και τον ίδιο τον Νίκο ως έναν διαρκή performer. Κινούνταν σαν χορευτής ανάμεσα στα εύθραυστα χειροτεχνήματά του, η ποσότητα των οποίων τους προσέδιδε μια σχεδόν μυθική μεγαλοπρέπεια στα μάτια μου. Η εμμονή του Νίκου στην επανάληψη με επηρέασε ιδιαίτερα. Σκεφτόμουν ότι ο Georges Perec, λάτρης της λεπτομέρειας και της ατέρμονης καταγραφής, θα μπορούσε να κατηγοριοποιεί τις γραμμές, τα σχήματα και τις τεχνοτροπίες του Νίκου για πάντα, όπως ακριβώς έκανε και ο ίδιος κατά τη διαδικασία της δουλειάς του.

Νεφέλη Γεωργακοπούλου: Η πρώτη μέρα που τον συνάντησα είχε κάτι από την παράξενη ησυχία που απλώνεται καθώς μας κατακλύζει μια έμμονη σκέψη. Θυμάμαι έντονη κίνηση, ελάχιστους ήχους και συμπυκνωμένη ύπαρξη. Ίσως ήταν το γεμάτο έργα σπίτι του, το ίδιο το έργο που αντίκρισα. Τα δέκα άτομα, που δούλευαν ήσυχα, σκυμμένα πάνω από ένα πελώριο τραπέζι κάνοντας τις ίδιες κινήσεις, έμειναν χαραγμένα στη μνήμη μου. Μου είπε λίγα λόγια για το έργο και κάθισε στην αγαπημένη του πολυθρόνα. Από εκεί μας χάζευε και ενίοτε έκανε έναν γύρο για να δει πώς προχωράει το έργο.

KΜ: Η εμμονή του στη λεπτομέρεια μου ήταν γνωστή, καθώς είχε μια θέση στις βιβλιογραφικές μου αναφορές ως φοιτήτρια. Παράλληλα, άριστος χειροτέχνης και δεινός «υπομονετής», ο Νίκος έμαθε μόνος του να χρησιμοποιεί σχεδιαστικά προγράμματα στον υπολογιστή, ώστε να εκφράσει τη δουλειά του. Οι νόρμες ήταν γι’ αυτόν όρια στα οποία κινούνται οι άλλοι. Έπρεπε να βγω από την πανεπιστημιακή νόρμα — όπως έλεγε — για να συνεννοηθούμε και να του είμαι με κάποιον τρόπο χρήσιμη. Έμαθα να εφαρμόζω την κλασική τριγωνομετρία του σχολείου σε προγράμματα που θεωρητικά αυτά τα έχουν λυμένα, κι όμως, η κλασική manual τεχνική του ήταν αψεγάδιαστη, ακόμα και όταν την εφαρμόζαμε στο AutoCAD. Το πρόγραμμα έκανε λάθη και ο Νίκος τα έβλεπε. Εγώ ακόμα τα ψάχνω.

NΓ: Το έργο, ένα απόσπασμα από το δάπεδο της Μονής Ιβήρων, που ο Νίκος μέτρησε με το χέρι ψηφίδα ψηφίδα, το ψηφιοποίησε και του έδωσε κίνηση χρησιμοποιώντας αλγόριθμους που έδιναν σε κάθε στοιχείο, αναλόγως της θέσης του, διαφορετικό χρώμα. Μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας, ο Νίκος μετέτρεψε το δάπεδο σε εργαλείο σύνθεσης, σε πρώτη ύλη και ποιητικό αίτιο για τον επανασχεδιασμό του, όπου το πραγματικό καλείται να συνθέσει τον εαυτό του. Αυτή ακριβώς η επανάληψη, η αντιγραφή του εαυτού μπορεί να μας εκτοπίσει από την πραγματικότητα, ακριβώς για να επιστρέψουμε ύστερα πάλι σε αυτήν και να την επαναπροσδιορίσουμε. Έπλασε έναν κόσμο φανταστικό, όπως το ορίζει ο Gilles Deleuze, ως παιχνίδι αντιγραφής, προβολής και αντίστροφης ταυτοποίησης.

ΚΜ: Μαύρες, χάρτινες λωρίδες. Κόβεις, μετράς, κόβεις, κολλάς, 60.000 ψηφίδες σε μια γιγαντιαία δαντέλα. Η εμμονή ήταν αναπόφευκτη. Ξεκινώντας από μιαν άκρη, ακολουθείς σαν ιχνογραφία και δημιουργείς ένα σχήμα το οποίο ενώνεται με το σχήμα του διπλανού σου και μαζί κάνουν ένα τρίτο σχήμα, και πάει λέγοντας. Όλα αυτόνομα και όλα σχήματα ενός συνόλου. Το Όλον· που σταδιακά γίνεται το τέλος. Η επανάληψη μια ιδέας οδηγεί σε ολόκληρους κόσμους και ιδανικά σύμπαντα. Το αέναο recursion του, δίπλα στο Άλεφ του Μπόρχες, όπου «το σύνολο του χωρικού σύμπαντος περιέχεται σε μία μικροσκοπική ιριδίζουσα σφαίρα», το σημείο που περιέχει όλα τα σημεία μέσα του. Οι δισδιάστατοι λαβύρινθοι και τα δίκτυα αποκτούν μια τρίτη διάσταση στα έργα του Νίκου και η χειροποίητη τεχνική προσδίδει το στοιχείο της ξεχασμένης πραγματικότητας, που δένει τα πάντα σε ένα «παραδοσιακά ψηφιακό σύμπαν». Είναι φοβερό το πώς από μια μονάδα φτάνεις τελικά σε ένα σύνολο τόσο εύθραυστο και συγχρόνως τόσο επιβλητικό. Δεν μπορούσα να διανοηθώ πώς κατάφερε να το οργανώσει όλο αυτό. Πώς από ένα πάτωμα, στο οποίο περπάτησε, βρέθηκαν δεκαπέντε άνθρωποι, που έζησαν την ψυχεδέλεια αυτής της εικόνας για μισό χρόνο, και το κάθε τους «σκουπίδι» ήταν ένα τμήμα ενός συνόλου, που αυτός είδε και συνέλεξε από την αρχή.

ΝΓ: Η επεξεργασία του υλικού που είχε στα χέρια του ήταν από μόνη της έργο. Τα χαρτιά που χρησιμοποιούσαμε τα είχε πρώτα βάψει, κόψει και σιδερώσει. Είχε μανία με την ύλη, το υλικό. Ήξερε πως να του συμπεριφερθεί και γι’ αυτό μπορούσε να πλάσει μία ολόκληρη ιστορία με ένα κομμάτι χαρτί. Χειριζόταν τα υλικά όπως ένας ποιητής χειρίζεται τις λέξεις. Ο Pierre-Jean Jouve γράφει: «η ποίηση είναι μια ψυχή που πλάθει μια μορφή». Υπήρχε ένας βασικός κανόνας: δεν πετάμε τίποτα, όλα είναι έργο. Αυτό, αυτόματα με έκανε ιδιαίτερα προσεκτική, γιατί αντιλήφθηκα ότι η συμμετοχή μου αποτελούσε κομμάτι του έργου. Ακόμα και οι σωροί από τις χρησιμοποιημένες χαρτοταινίες που υπήρχαν εκεί, υπόδηλωναν στον επισκέπτη μια αόρατη τάξη. Κάθετί που ήταν εκεί έμοιαζε να έχει τοποθετηθεί με γεωμετρική ακρίβεια. Μπροστά σε αυτό το έργο έχασα την ιδιότητά μου, από αρχιτέκτονας έγινα χειροτέχνης. Κι αυτό ήταν που με συνεπήρε, η μετατροπή ενός δαπέδου από κάτι σταθερό και συμπαγές, έτσι όπως το έχουμε συνηθίσει, σε κάτι εύθραυστο και ασυνεχές. Το (ψηφιδωτό) δάπεδο, ένα στοιχείο του φέροντα οργανισμού, ο Νίκος το αντιμετώπισε ως κάτι που φέρει εμπειρίες, αρχέτυπες ιδέες και έννοιες. Αυτό το σύνολο των επαναλαμβανόμενων γεωμετρικών μοτίβων ήταν για εκείνον «η γιορτή της ευκλείδιας γεωμετρίας», όπως χαρακτηριστικά έλεγε. Το τοποθέτησε κάθετα, στο ύψος των ματιών, και το αναπαρέστησε διάτρητο: μια μαύρη δαντέλα, που πάνω της προβαλόταν πολύχρωμη η ψηφιακή αναπαράσταση του δαπέδου. Ένας μαγευτικός συνδυασμός της παράδοσης με την τεχνολογία.

ΚΜ: «Στην πόλη του Μεξικού, επισκέφτηκαν μια έκθεση ζωγραφικής της όμορφης Ισπανίδας εξόριστης Remedios Varo: στις κεντρικές εικόνες ενός τρίπτυχου με τίτλο Bordando el Manto Terrestre, υπήρχαν μερικές εύθραστες κοπέλες με πρόσωπα σε σχήμα καρδιάς, τεράστια μάτια, χρυσοΰφαντα μαλλιά, φυλακισμένες στο τελευταίο δωμάτιο ενός κυκλικού πύργου, κεντώντας ένα είδος τάπητα που έπεφτε έξω από το άνοιγμα των παραθυριών μέσα στο κενό, προσπαθώντας απελπισμένα να το γεμίσει: γιατί όλα τα άλλα κτήρια και πλάσματα, όλα τα κύματα, καράβια και δάση της γης υπήρχαν σ’ αυτόν τον τάπητα, και ο τάπητας ήταν ο κόσμος». (Thomas Pynchon, Η συλλογή των 49 στο σφυρί, μτφρ. Δημήτρης και Χαρά Δημηρούλη, Ύψιλον, Αθήνα 1986, σ. 26)

ΝΓ: Εμπιστευόταν έναν ολόκληρο κόσμο που είχε στο μυαλό του στα χέρια μας: κλωστές, λεπτές χάρτινες λωρίδες, κερωμένα χαρτιά, χαρτοπετσέτες, ό,τι πιο εύθραυστο. Κι εμείς, με κόλλες, μελάνι και κοπίδια έπρεπε να το ζωντανέψουμε. Δεν του ξέφευγε τίποτα, η κάθε λεπτομέρια ήταν για εκείνον ένα ολόκληρο σύμπαν. Ο Mandiargues λέει στον αναγνώστη του: «Πλησίασε το παράθυρο προσπαθώντας να μην αφήσεις την προσοχή σου να ξεφύγει πολύ προς τα έξω, μέχρι να έχεις κάτω από τα μάτια σου έναν από εκείνους τους κόκκους, που μοιάζουν με κύστες, μικρούς πυρήνες … τους πυρήνες που συγκεντρώνουν κάθε σύμπαν.»

ΚΜ: Στη Βενετία δεν πήγε μόνο ένα έργο, πήγε όλος ο κόσμος που είχε «υφάνει» ο Νίκος Αλεξίου τους προηγούμενους μήνες. Δεκάδες λεπτομέρειες, δουλεμένες αυτόνομα αλλά και στο σύνολό τους, όπου η κάθε μια έπαιζε τον προσωπικό της ρόλο και όλες μαζί δημιουργούσαν ένα σύστημα άρρηκτα δεμένο με τη φαινομενικά λιτή αλλά κατά βάθος πολυσύνθετη θεώρηση του Νίκου για τον κόσμο. Στη Βενετία πήγαν οι διαδικασίες, πήγε το «real-time system» (Hans Haacke) το οποίο έφτιαξε ο Νίκος. Ένα σύστημα συνδιαλλαγής μεταξύ ανθρώπων, υλικών, παραδόσεων, εθίμων, πίστης, τεχνολογίας, παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος. Το momentum αυτής της στιγμής διαρκεί ακόμα και θα συνεχίσει στο άπειρο, ενάντια στον τίτλο του έργου: The End.