Through Rupture Comes the Flow
Συζήτηση της Χριστίνας Πετκοπούλου με τη Χαρά Πιπερίδου
Λίγους μήνες μετά τα εγκαίνια της τοποθέτησης του έργου της Through Rupture Comes the Flow, στον κήπο του ΟΣΕ, στον Παλαιό Σιδηροδρομικό Σταθμό στην Ελευσίνα, η εικαστικός Χαρά Πιπερίδου μιλάει για την πρακτική της, την ποιητική της φόρμας, τις αναφορές και την αναμέτρησή της με τη δουλειά της. Μια καλλιτέχνις που δουλεύει σχολαστικά και συστηματικά, δοκιμάζοντας τα όρια της σχέσης του έργου της με το κοινό, το σώμα, τον ίδιο της τον εαυτό και προσφάτως με τον δημόσιο χώρο. Σε μια πρακτική όπου αυτές οι δοκιμές παίρνουν τη μορφή διαρκών και συχνά εξαντλητικών εικαστικών και προσωπικών προκλήσεων, η Πιπερίδου εφευρίσκει νέες συνθήκες πειραματισμού, όπου το ρίσκο με όση ακρίβεια υπολογίζεται με άλλη τόση απόλαυση καταναλώνεται.
Χριστίνα Πετκοπούλου: Η πρακτική σου έχει ως αφετηρία το σχέδιο, την αναπαραστατική ζωγραφική και περνάει στην τρίτη διάσταση μέσα από εξίσου προσεκτικά, σχεδόν σκηνογραφικά μελετημένες γλυπτικές φόρμες, θα μπορούσε κανείς να πει ότι μοιάζει να σκέφτεσαι σχεδιαστικά. Πώς χαρακτηρίζεις η ίδια το εικαστικό σου σύμπαν;
Χαρά Πιπερίδου: Πράγματι, το σχέδιο έχει πρωταρχική σημασία στα ζωγραφικά και γλυπτικά έργα ή τις εγκαταστάσεις μου. Ελκύομαι από μια σχεδόν καθαρή δομή της φόρμας, η οποία έχοντας ως αφετηρία τα μορφολογικά δεδομένα του πραγματικού κόσμου (ανθρώπινα μέλη, αντικείμενα κ.α.) στη συνέχεια γίνεται αντικείμενο επεξεργασίας, ώστε να λάβει υπόσταση ως η ηχώ της προηγούμενης. Η υπαρκτή μορφή (με οργανική, ως επί το πλείστον, χροιά) παραχωρεί τη θέση της σε μια αφαιρετική, πιο εσωτερική, που γεννάται από εκείνη, επιβιώνει πρωτίστως σε έναν μεταφορικό χώρο αφήγησης και διέπεται από ενός είδους ελευθερία, που ενίοτε καταλήγει στην πολυσημία. Η αναπαράσταση, ακόμη και σε παλαιότερα έργα μου, παρεκκλίνει σαφώς από τη ρεαλιστική καταγραφή και ωθείται σε εγγενείς μεταβολές, ώστε να γίνει αποδεκτή και να μπορέσει να εισέλθει σε ένα φαντασιακό σύμπαν. Τα συνθετικά τους στοιχεία επιζούν ενός δευτερογενούς πλασίματος, αλλά και ανάγνωσης. Επιχειρώ μέσα από ένα ποιητικό πρίσμα να δημιουργήσω εικόνες που ενεργοποιούν τη νοητική και αισθητική λειτουργία· συμβάντα που ορίζονται από τον φυσικό παλμό, τη ροή της ζωής, τις γραμμές φυγής από τις οπτικές φόρμες της ζωγραφικής και τις τροχιές του λόγου και ειδικότερα από τη διαλεκτική και τις διευρυμένες αντιθέσεις. Συνολικά, εστιάζω στη γενική απελευθέρωση όλων των συμβολικών δυνάμεων που αφορούν κυρίως στην ταυτότητα του κοινωνικού μας σώματος. Η ίδια συνέπεια από την οποία προσανατολίζεται η μελέτη και σύνθεση του δισδιάστατου χώρου χαρακτηρίζει και τα έργα μου στον τρισδιάστατο χώρο, σαν να πρόκειται για κουκίδες στην επιφάνεια ενός χαρτιού. Βέβαια, ο τρισδιάστατος χώρος δίνει τη δυνατότητα βίωσης του περιβάλλοντος πολυαισθητηριακά. Ο θεατής μπορεί να μυρίσει το χώμα, τα φυτά, τους καπνούς από τις χοές ή να περπατήσει εντός τους, όπως συμβαίνει στις εγκαταστάσεις Chez les mortes και Faithfully happened, να αγγίξει γλυπτά που προκαλούν την αίσθηση της αφής, όπως το γλυπτό-προσομοίωση δέρματος από λάτεξ στο έργο μου Inverse Transmission, ή την τραχιά υφή της φιμωμένης γλυπτικής βρύσης του Let the water run, ή της πρωτόγονης οπής του Reversal... and severance. Μπορεί ακόμη να βιώσει τη σταδιακή κι εν τέλει εκτυφλωτική λάμψη της εντοιχισμένης κοίλης διαδραστικής εγκατάστασης In Lightning, να αγγίξει τη χνουδωτή προέκταση της εσοχής, την άμμο ή το νερό που εκβάλλει από τον πλαστικό σωλήνα του Seeping, να ακουμπήσει τις αιωρούμενες σκληρές επιφάνειες ή αιχμηρές απολήξεις από βαμβάκι και να ακούσει τους μυστηριώδεις ήχους του One-ness; the beeing of contraries, ή να νιώσει ο ίδιος με το σώμα του τις τσιμεντένιες επιφάνειες του Cessation. Ο επισκέπτης καλείται να αισθανθεί και να στοχαστεί ακόμη και μέσω των υφών των υλικών, καθώς και να συμμετέχει ενεργά σε περιβάλλοντα που καθετί έχει υπολογιστεί με πλήρη λεπτομέρεια και ιδιαίτερα υπολογισμένες αποστάσεις. Αντιμετωπίζω τον χώρο σχεδόν αρχιτεκτονικά και ενίοτε με ακρίβεια, όμως από ένα σημείο και μετά και με απόλυτη ποιητική άδεια ως προς το εννοιολογικό μέρος. Αυτός είναι και ο σημαντικότερος λόγος για τον οποίον ξέφυγα από τα μαθηματικά και την αρχιτεκτονική και κατέφυγα στην τέχνη. Στην τέχνη κυριαρχεί η φαντασία και τα συμβατικά όρια σχεδόν καταργούνται. Αυτό είναι λυτρωτικό.
ΧΡΠ: Από την επώδυνα λεπτομερή και πολύωρη σχεδίαση μέχρι την χειρωνακτική εργασία που κατέβαλες για τη δημιουργία και την εγκατάσταση του έργου σου Through Rupture Comes the Flow στο πλαίσιο της 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, μοιάζει η διαδικασία της παραγωγής να συμπεριλαμβάνει για εσένα αυτονόητα τη συμμετοχή του σώματός σου και τη δοκιμή των ορίων του. Πώς αντιλαμβάνεσαι αυτή τη σχέση έχοντας και διεξάγει έρευνα σε σχέση με το σώμα στην τέχνη; Αναφέρομαι στα σεμινάρια που επιμελήθηκες για το Μουσείο Μπενάκη αλλά και σε παλαιότερα έργα σου.
ΧΠ: Η έρευνα και σε φορμαλιστικό και σε εννοιολογικό επίπεδο, ενίοτε εγγίζει σε χρόνο και κόπωση οριακά επίπεδα. Το σώμα αναπόφευκτα είναι ενεργά παρόν στο έργο μου, το οποίο μέχρι στιγμής εμπεριέχει επανειλημμένα το χειρωνακτικό στοιχείο. Πνεύμα και σώμα κατευθύνονται προς μια παράλληλη μεταιχμιακή κατάσταση και εναρμονίζονται σε μια ανάλογη σχέση, όπου όσο αναπτύσσεται η μία πλευρά, άλλο τόσο επεκτείνεται και η άλλη, σαν στοιχεία ενός οργανισμού που διευρύνονται ομαλά προς όλες τις κατευθύνσεις.
Στην εγκατάσταση Through Rupture Comes the Flow, όπως και σε όλα τα έργα μου, η χειρωναξία υπηρετεί τη φόρμα και το νόημα ταυτόχρονα. Η μορφή πρέπει να φτάνει στο σημείο να συναισθάνεται όσο είναι δυνατόν τον τόπο του σημαινόμενου. Φόρμα και έννοια οφείλουν να είναι αλληλένδετες, να συγχωνεύονται. Στην εν λόγω εγκατάσταση, οι εγκάρσιες τομές απαιτούνταν να σχεδιαστούν και να υλοποιηθούν με τρόπο που να λαμβάνει σοβαρά υπόψη μια φυσική πορεία εκτονώσεων. Έπρεπε να υπαινίσσονται τη ρήξη, αλλά και τη ροή συγχρόνως, σύμφωνα και με το νόημα του τίτλου. Στη διαδικασία της παραγωγής και προκειμένου να επιτευχθεί το ακριβές σχεδιαστικό αποτέλεσμα (η εξονυχιστική λεπτομέρεια στην τελειοποίηση των ρωγμών, ο διαχωρισμός των κύριων υλικών, του μαρμάρου, του τσιμέντου κ.λπ.) καταστάθηκε αναγκαία η προσωπική χειρωνακτική εργασία, που λόγω της μεγάλης κλίμακας αναγκάστηκα να φτάσω σε οριακά και επίπονα σωματικά επίπεδα. Το ίδιο συμβαίνει και σε πολλές άλλες εργασίες που έπρεπε να εκτελεστούν από εμένα την ίδια. Ωστόσο, πιστεύω ότι κάθε κοπιαστική εργασία είναι μια άσκηση του εαυτού μας στα όριά του· μια άσκηση αυτό-/ανα-/από-κάλυψης.
Το σεμινάριο που σχεδίασα πραγματοποιούνταν στο Μουσείο Μπενάκη (κτήριο Πειραιώς) από το 2014 έως και το 2020 και αποτελούνταν από δώδεκα μεγάλες ενότητες. Τα πρώτα τρία χρόνια λειτούργησε υπό τον τίτλο Το Σώμα στη Σύγχρονη Τέχνη και συμπεριελάμβανε εργαστήρια. Στη συνέχεια ως ένα αμιγώς θεωρητικό εγχείρημα μετεξελίχθηκε στο Skin-In and Between Two Worlds και περιελάμβανε εκτός των δικών μου παρουσιάσεων και διαλέξεις προσκεκλημένων ομιλητών. Το σεμινάριο στο σύνολό του υπήρξε μια τέτοιου είδους απαιτητική άσκηση. Προετοιμαζόταν για έναν χρόνο πριν παρουσιαστεί για πρώτη φορά. Στη συνέχεια, και για τα επόμενα πέντε χρόνια που ακολούθησαν, η μακρά έρευνα που προηγούταν πριν από κάθε παρουσίαση των ενοτήτων έφτανε επίσης σε εξαντλητικά σημεία. Άλλωστε, υπήρχε μια ολόκληρη ενότητα αφιερωμένη στην έννοια του πόνου κάθε μορφής στην τέχνη.
Αδιαμφισβήτητα και σε κάθε περίπτωση καθετί που διέπεται από ουσιαστική φροντίδα και αγάπη για τη λεπτομέρεια υποκρύπτει επίμοχθη εργασία και αποδοχή του πόνου, όπως κι αν αυτός νοείται κάθε φορά. Θεωρώ ότι είναι σημαντικό να ασκηθούμε σε μια τέτοιου είδους διαδικασία, διότι λειτουργεί αφενός αμυντικά σε κάθε είδους δυσκολία της καθημερινότητας, αφετέρου βοηθητικά προς μια ευρύτερη καλλιέργεια και ερμηνεία της έννοιας της «ευαισθησίας» (sensibility) ως ψυχολογικής ιδιότητας, ως αντίδρασης απέναντι σε ανθρώπινες εκδηλώσεις, αισθήματα και συμπεριφορές και μπορεί να μας διδάξει πολλά, εξαλείφοντας τον φόβο και οδηγώντας μας σε άλλα επίπεδα συνειδητότητας.
Επανερχόμενη όμως στο θέμα της λεπτομέρειας σκέφτομαι ότι ίσως η εμμονή μου με αυτή στοχεύει στην επίτευξη αυτού του «κάτι», ενός ίχνους διαρκείας της «σκιάς», που σαν βέλος έρχεται να με διαπεράσει. Κάτι σαν το punctum του Roland Barthes. Η πληγή, η αμυχή, το σημάδι που αφήνει ένα αιχμηρό εργαλείο είναι το στίγμα αλλά και το τυχαίο, που από μόνο του με κεντά, αλλά και με μελανιάζει, με πονά. Εκτός όμως από το punctum αυτό, που αναφέρεται στην έννοια της λεπτομέρειας, την αναπάντεχη χαρακιά, υπάρχει κι ένα άλλο punctum, ένα άλλο «στίγμα», που δεν είναι πια της τάξεως της μορφής, αλλά αυτής της έντασης· είναι ο χρόνος και η σπαρακτική έμφαση του νοήματος. Το punctum που συμπυκνώνει την έννοια του χρόνου με αυτήν της λεπτομέρειας.
ΧΡΠ: Με την αφορμή του Through Rupture Comes the Flow για την 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα, το έργο σου πέρασε όχι μόνο για πρώτη φορά στον δημόσιο χώρο, αλλά και κλήθηκε να ανταποκριθεί σε ένα συγκείμενο όπου συνδιαλέγεται με την τοπική κοινότητα. Πώς βίωσες αυτήν την αναμέτρηση με το δημόσιο/κοινό;
ΧΠ: Το Through Rupture Comes the Flow δημιουργήθηκε για τον δημόσιο χώρο της Ελευσίνας. Το σημείο αφετηρίας της σύλληψης είναι η αντιφατική διαδρομή της ιστορίας της αποτυπωμένης με καταφανή τρόπο στην αρχιτεκτονική σύνθεσή της. Πιο συγκεκριμένα αναφέρομαι στις δύο σημαντικότερες ιστορικές περιόδους που σημάδεψαν την πόλη. Αρχαιότητα και βιομηχανική εποχή συναντώνται αλληγορικά, μέσω της χρήσης των αντιπροσωπευτικών οικοδομικών υλικών τους, μάρμαρο και τσιμέντο, που συνιστούν εγγραφές ιστορικής μνήμης. Ουσιαστικά η ετερογένεια των εν λόγω υλικών με στόχο τη διαζευκτική σύνθεση τους επαναλαμβάνει μετωνυμικά το όλον της Ελευσίνας στο μέρος που συνιστά ο στύλος. Η καθετότητά του δηλώνει τη συνύπαρξη διαφορετικών χρονικοτήτων, την υπερβατική συνάντηση της παράδοσης και του μοντερνισμού. Μπορούμε να εκλάβουμε τον στύλο ως μια συμπυκνωμένη ιστορικά μικρογραφία της Ελευσίνας. Είναι ένας τόπος παραγωγής νέων χωρικών μορφών συνάντησης όπου το ιερό και το βέβηλο, το υπερβατικό και το καθημερινό, το παλιό και το νέο μπορούν να συνυπάρχουν. Ωστόσο, οι προβληματικές, οι οποίες εκκινούν από την αντικρουόμενη πορεία της ιστορίας της πόλης ως αισθητικό πεδίο μετατοπίζονται σε αντίστοιχες προβληματικές που ανακύπτουν στο κοινωνικό, πολιτιστικό πλαίσιο και φέρουν συγκλίνοντες στοχασμούς. Πιο συγκεκριμένα, ο συλλογισμός της συνθήκης του ετερογενούς επεκτείνεται και στο κοινωνικό πεδίο με στόχο την ανίχνευση πιο αφανών, δομικών διαφορών, όπως αυτών που αφορούν στην ποικιλία των εθνικοτήτων και συνεπώς στην πολυπολιτισμική σύνθεση του πληθυσμού της Ελευσίνας. Εξαρχής, στόχος υπήρξε η μετατόπιση της σκέψης προς μια πιο ευρεία έννοια της πολιτισμικής διαφοράς που αφορά στην καταγωγική ετερογένεια των κατοίκων της και στην εν δυνάμει αρμονική συνύπαρξή τους. Το έργο, καθότι διαδραστικό, ολοκληρώνεται με την παρουσία και συμμετοχή του κοινού. Η εν λόγω εγκατάσταση ενεργοποιεί τον διάλογο με τον άνθρωπο κυρίως μέσω της όρασης και της ακοής. Η αλληλεπίδραση διαμορφώνεται μέσα από στοιχεία ορατά και αόρατα. Η κίνησή του αποδεικνύεται ουσιαστική, ώστε να τεθεί σε λειτουργία ο μηχανισμός του ήχου και του φωτός. Η σκοτεινή, σιωπηλή, ανενεργή κολόνα μετασχηματίζεται σε φωτεινή ομιλούσα πηγή ενέργειας και ζωής, συμβολίζοντας τη διαδρομή μετάβασης από το σκοτάδι στο φως. Αδιαμφισβήτητα, η τοπική κοινότητα λήφθηκε σοβαρά υπόψη όχι μόνο κατά τη σύλληψη του έργου και την ενεργή συμμετοχή της στο διαδραστικό μέρος του, αλλά και σε όλα τα στάδια της υλοποίησης. Εκτός από εμένα, τους υπόλοιπους συνεργάτες και το πολυάριθμο πλήθος ανθρώπων που απασχολήθηκαν ή επιχειρήσεις που συνεργάστηκαν, υπήρξαν τοπικές εταιρείες και συνεργεία, υπάλληλοι του Δήμου, τεχνίτες και κατασκευαστές της πόλης που δούλεψαν για την κατασκευή και όλοι συμμάχησαν στο να επιτευχθεί το τελικό αποτέλεσμα. Υπήρξε βαθύτατα συγκινητικός ο τρόπος που αντιμετώπισαν το εγχείρημα οι Ελευσίνιοι, όντας άλλωστε εξοικειωμένοι με έργα τέχνης.
Το έργο είναι πια μόνιμο στοιχείο του Παλαιού Σιδηροδρομικού Σταθμού και το χώμα του κήπου του μέρος της εγκατάστασης. Βρίσκεται σε έναν χώρο που συνειρμικά παραπέμπει σε ένα μέσο μαζικής μεταφοράς που φέρνει κοντά τους ανθρώπους. Κατά τη διαδικασία της υλοποίησης πολλοί άνθρωποι γνωριστήκαμε, συνομιλήσαμε, ανταλλάξαμε απόψεις, συμπράξαμε, μοιραστήκαμε αγωνίες, γίναμε φίλοι. Η ουσία είναι αυτή και αυτή απομένει.
ΧΡΠ: Τι είδους χώρο καταλαμβάνει η έννοια της καταστροφής σε μια πρακτική που χαρακτηρίζεται από την εξαντλητική επιδίωξη ολοκληρωμένου νοήματος και φόρμας;
ΧΠ: Η έννοια της καταστροφής ενεδρεύει ακόμη και σε μη αναμενόμενες καταστάσεις. Υπάρχει σε αυτήν εγγενώς το στοιχείο της βιαιότητας. Η ρωγμή του Through Rupture Comes the Flow για παράδειγμα προκύπτει ως αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης, μιας ρήξης, μιας βίαιης κίνησης. Παρόλο που πρόκειται για μια γλυπτική μορφή, σχεδιαστικά θα μπορούσε να εκληφθεί ως μια ζωγραφική απεικόνιση σε λευκό φόντο (λευκό μάρμαρο και τσιμέντο), όπως στα έως τώρα ζωγραφικά έργα ή σχέδιά μου. Βέβαια, γενικότερα στη γλυπτική μου το αιχμηρό στοιχείο είναι πιο έντονα παρόν σχεδιαστικά, ενώ στα δισδιάστατα η χειρονομιακή μορφοπλασία το καθιστά αθόρυβο, δευτερογενές, αφού η ευαίσθητη γραφή επιτυγχάνει ένα είδος εξομάλυνσης ακόμη και των πιο διευρυμένων αντιθέσεων (όπως π.χ. στο Folds). Σε όλα τα έργα μου οι ισχυρές αντιθέσεις κατά κάποιο τρόπο συγχωνεύονται και η αιχμηρότητα ομιλεί μέσα από μια σιωπηλή και απόλυτη οικονομία της μορφολογίας. Η καταστροφή πάντοτε ελλοχεύει ακόμη κι εντός μιας μελετημένης μορφής κι ενός αρχικά εστιασμένου νοήματος, ώσπου η εσωτερική της δύναμη να εκτιναχθεί με αιφνιδιαστικό τρόπο. Εμφανίζεται με μη αναμενόμενο τρόπο και σφοδρότερα εντός της σιωπής, παρά εντός του θορύβου, σαν ένας υφέρπων οργασμός. Η συγκρουσιακή ένταση όμως, κορυφώνεται μέσω μιας πνευματικής και στοχαστικής διαδικασίας. Το ρηξιακό συμβάν συντελείται περισσότερο συνειρμικά, συμπλέκοντας έννοιες. Οι μορφές ακολουθούν προς αυτή την κατεύθυνση μέσω μιας μετωνυμίας ή μεταφοράς. Η ρωγμή προσομοιάζει σχεδιαστικά με αστραπή-κεραυνό. Ο κεραυνός εν αιθρία (φύσει επικίνδυνο φαινόμενο, κάτι δυνητικά καταστρεπτικό) είναι το αιφνίδιο συμβάν που ενέχει ισχυρότερη τη δύναμη της καταστροφής από ότι αυτό του αναμενόμενου. Το απρόσμενο εντός του περιέχει μια βαθιά υπόγεια δύναμη που έρχεται από τα έγκατα της γης και αναδύεται τη στιγμή της πρόσφορης σιωπής. Πιθανώς λοιπόν το Through Rupture Comes the Flow, όπως το αναφέρει στο κείμενο του καταλόγου η Νάντια Αργυροπούλου «ως ένα σώμα μαινόμενης γαλήνης (raging serenity), να αντηχεί ιστορίες εκείνων που έμειναν πίσω, με τα λόγια της Maud Kristen, που επανέλαβε η Vinciane Despret στο βιβλίο της Our Grateful Dead: «Δεν ξέρετε τίποτα τελικά για την άκρως επαναστατική δύναμη των καταστροφών». Αυτή η επαναστατική δύναμη της καταστροφής επιθυμώ εμμέσως να αναφύεται στα αθόρυβα περιβάλλοντα των έργων μου για να μπορέσει να μεταφέρει την ηχώ της συγκαλυμμένης βίας των κοινωνικοπολιτικών καθεστώτων της εποχής μας και ενίοτε να ακούγεται εκκωφαντικά.
ΧΡΠ: Η ανάδυση από τα έγκατα, η συγκαλυμμένη παρουσία της σιωπηλής σύγκρουσης, η παρουσία -ενδεχομένως- της ρωγμής ως πληγή, και της πληγής ως άνοιγμα σε έναν ενδότερο χώρο: διαβάζεις τα μοτίβα αυτά ενίοτε και ως προβολή του προσωπικού, της εμπειρίας σου ως θηλυκότητα και καλλιτέχνις;
ΧΠ: Ως δημιουργός συνήθως εμβαθύνω σε έννοιες που με απασχολούν ως ύπαρξη και ταυτόχρονα ως κοινωνικό ον. Στην κίνηση των πραγμάτων από μέσα προς τα έξω ή και αντίστροφα υπάρχει εν γένει η σύγκρουση, σιωπηλή ή μη, που όμως δημιουργεί ρωγμές, τραύματα και την ίδια στιγμή ανοίγματα του εαυτού. Ανοίγματα βαθιά σαν μήτρες καταπονημένες από βιολογικούς και κοινωνικούς χτύπους-γροθιές, που πηγάζουν από εξουσιαστικές δομές ακόμη και της ίδιας της φύσης. Χτυπήματα δυνατά που, αν μη τι άλλο, προσλαμβάνονται από τη θηλυκή και καλλιτεχνική μου ταυτότητα, αλλά και την κοινωνικοπολιτική μου υπόσταση: παρούσες όλες και μαχόμενες σε μια άκρως βίαιη, συγκαλυμμένη πατριαρχική ακόμη, οργάνωση της κοινωνίας.
ΧΡΠ: Στο κείμενο του καταλόγου, η Νάντια Αργυροπούλου αναφέρει ότι το έργο σου «εφιστά την προσοχή σε ηχητικά απομεινάρια στοιχειωμένων παρελθόντων, επιτακτικών παρόντων και φυγόντων μελλόντων». Διατρέχοντας την πολυμορφική δύναμη στη γραφή της Αργυροπούλου, αναρωτιέμαι: εσύ, πώς ανίχνευσες το «στοίχειωμα» του παρελθόντος στην έρευνά σου για την Ελευσίνα και στη συνέχεια, ποια επιτακτικότητα του παρόντος σε παρακίνησε να επιλέξεις να αναφερθείς στην τομή/ρωγμή στην ιστορία αυτού του τόπου;
ΧΠ: Στην κίνηση από μέσα προς τα έξω ή την αντίστροφή της εμπεριέχεται ένα είδος ανάσυρσης· μοιάζει με ένα ονειρώδες θολό λευκό. Θυμίζει βαθιά μνήμη με υπόκωφους κραδασμούς προερχόμενους από αντιθέσεις. Ειδικότερα, η πόλη της Ελευσίνας είναι σημαδεμένη από μια σημαντική αντιφατικότητα εγγεγραμμένη με έντονο, αν όχι οξύ τρόπο στο δέρμα της. Η μυστηριακή αύρα των Ελευσίνιων Μυστηρίων παραμένει ακόμη και στο σύγχρονο, ταλαιπωρημένο αστικό τοπίο της. Υπάρχει μια αίσθηση ιερότητας η οποία επιζεί εντός μιας σκόπιμης βεβήλωσης από την εποχή της εκβιομηχάνισής της. Η ιστορία της Ελευσίνας αποτέλεσε ένα είδος πρόκλησης όπου το ίδιον, το υποτιθέμενο οικείο όφειλε να διερευνηθεί ως ανοίκειο. Το βέβηλο, ενώ είναι αδιαμφισβήτητα ευδιάκριτο στο αισθητικό πεδίο της κι έρχεται σε απόλυτη αντιπαράθεση με το ιερό στοιχείο του παρελθόντος (αποτέλεσε μια από τις πέντε ιερές πόλεις της αρχαιότητας), τις περισσότερες φορές αιωρείται στο πλαίσιο μιας ομογενοποιημένης κοινοτοπίας του καθημερινού, ως κάτι φυσικό κι αποδεκτό. Όμως, αυτή η αντίθεση στην ουσία καταλαμβάνει τη θέση ενός ασύλληπτου και διαφεύγοντος όλου. Η ίδια η ιστορία της πόλης υπογραμμίζεται από αυτή την έντονη «διχοτόμηση»: αρχαιότητα και βιομηχανική εποχή. Αυτή η ρωγμή/τραύμα ήταν το κύριο έναυσμα για την δημιουργία του Through Rupture Comes the Flow. Είναι κάτι σαν αυτό το ρήγμα, που ενίοτε νιώθουμε να μας συνθλίβει και ταυτόχρονα να μας συγκροτεί και να μας επαναφέρει εντός ροής. Κάτι σαν ένα μεγάλο χειμαρρώδες δάκρυ που αφήνει τη σκιά του ως απομεινάρι μιας αδιάκοπης οδυνηρής μάχης. Η Ελευσίνα χαρακτηρίζεται ιστορικά, πολιτικοκοινωνικά και διοικητικά από διαχωρισμούς. Για παράδειγμα, είναι διχοτομημένη μεταξύ της ταυτισμένης με τους πρόσφυγες Άνω Ελευσίνας και της «αστικής» (από κοινωνικοοικονομική άποψη) κάτω πλευρά της πόλης. Η έννοια της τομής κατέστη πια σύμφυτη με τον τόπο αυτό και εν προκειμένω, αρκεί μια χειρονομία διακοπής της ιστορικής συνέχειας για να εμφανιστεί. Το έργο αυτό θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι ένα συνοπτικό αφήγημα ανασύνθεσης της ελευσίνιας ιστορίας, μια χρονική ανακατασκευή και σημείο μετασχηματισμού της αίσθησης του χρόνου, που καταγράφεται και βιώνεται όχι μόνο οπτικά, αλλά και ηχητικά. Ο επισκέπτης ή περαστικός κατά τη διάδραση έρχεται αναπόφευκτα σε επαφή με ένα συνονθύλευμα απροσδιόριστων ήχων, φωνών Ελευσίνιων, που είναι σαν να εξέρχονται από το στοιχειωμένο παρελθόν του τόπου και την ίδια στιγμή σαν να ενοποιούνται με παροντικές αλλά και φωνές του μέλλοντος, υπενθυμίζοντας τη διαχρονική καθοριστική σημασία της έννοιας της συλλογικότητας και της κοινότητας. Το εν δράσει υποκείμενο στην επαφή του με το έργο μπορεί να ανιχνεύσει φωνές και ήχους και κατά κάποιο τρόπο να γίνει κοινωνός αθέατων και απόκρυφων πτυχών της ιστορίας και των ανθρώπινων βιωμάτων της ελευσίνιας πολιτείας. Υπαρκτές αλλά και ποιητικές εκφάνσεις διακεκομμένων φωνών αντηχούν τα ίχνη του χρόνου που αποτυπώθηκαν στο σωματικό ιστό της πόλης. Μυστηριακοί και εργοστασιακοί ήχοι, φωνές από το εγγύτερο παρελθόν και από το παρόν, ρόγχοι που υπογραμμίζουν την κοπιαστική διάνυση ενός ανορθόδοξου χωροχρονικού συνεχούς, συνδέονται, διαρρηγνύοντας τον χρόνο, εστιάζοντας στο παρόν και εγγίζοντας το μέλλον. Παρελθόν, παρόν, αλλά και μέλλον συναντούν έναν κοινό παρονομαστή, το συλλογικό υποκείμενο, την κοινότητα, την κοινωνία. Διαχρονικό και εφήμερο, συμπαγές και διαπερατό, μέσα και έξω, στέρεο και ρευστό, ορατό και αόρατο, ολοκληρωμένο και αποσπασματικό, πλήρες και ατελές, σκοτεινό και φωτεινό περιστρέφονται στο οριακό πλαίσιο μιας δυϊκής σκέψης που υπάρχει και την ίδια στιγμή αποχωρεί για να μας επαναφέρει στην ουσία ενός κέντρου· της υπενθύμισης της αξίας του διαφορετικού και της μεταβλητικής, ανανεωτικής του δύναμης, κάτι που δεν πρέπει να ξεχνάμε. Οι αισθητικές διαφοροποιήσεις που αναφύονται πρωταρχικά από την εκβιομηχάνιση της πόλης, εξελίσσονται σε βαθιά τραύματα που επεκτείνονται στις κοινωνικές ανισότητες, τις ανθρώπινες διακρίσεις, κυρίως εις βάρος των ευάλωτων κοινοτήτων και για τις οποίες καλούμαστε να ευαισθητοποιηθούμε, ώστε αυτά να επουλωθούν και να μετακινηθούν προς ένα μεταβατικό σημείο εξυγίανσης. Η ρωγμή καταγράφοντας τη διάρρηξη του ιστορικού συνεχούς και την ίδια στιγμή τη σύναψη των ετερόκλητων, τη συνύφανση των ετερογενών, νοείται όχι μόνο ως ίχνος ρήξης, τραύματος, αλλά κυρίως ως ένδειξη σύνδεσης, που επιτρέπει στα ετερογενή να επιζητούν τη δικαίωσή τους· να συνυπάρχουν μέσα στην καταγωγή της ενότητάς τους. Η σχισμή είναι αυτή η οποία χαράζει τον τόπο ανάδυσης του φωτισμού, ο οποίος προάγει την αλήθεια ως ανοιχτότητα, φιλόξενη προς το Άλλο. Το άνοιγμα της ρωγμής λειτουργεί σαν μήτρα φανέρωσης των πραγμάτων με την αρχαία έννοια του όρου, ήτοι των ζητημάτων που αφορούν τους πολίτες μιας πόλης. Η ενοποίηση των ετερογενών υλικών αφήνοντας ως ένδειξη αρχικού διαχωρισμού και μετέπειτα σύναψης το ίχνος της ρωγμής, επιθυμεί να εκφράσει τη δυνητική συγκλίνουσα κατεύθυνση, την αρμονική συνύπαρξη ποικίλων εθνικοτήτων, φυλών, πολιτισμών, ιδεολογιών, θρησκειών, ηθών και εθίμων του πληθυσμού της πόλης της Ελευσίνας, ώστε να σηματοδοτηθεί έτσι το μεταβατικό στάδιο μιας νέας συνθήκης συνοίκησης, μιας νέας ζωής.