Σημειώσεις για έναν Ιούνιο στα Έγκατα
Τάσος Ελένας
– Ξυπνάς ιδρωμένος. Κοιτάς ολόγυρα. Σπαρμένη η κάμαρη με κάρβουνα πυρακτωμένα.
«Τούτα τα κάρβουνα μόνο με δάκρυα σβήνουν», σου λέει η φωνή.
– Κάθε που σωπαίνω δεν είμαι τώρα, είμαι παντοτινά.
– Ό,τι τίκτουν οι αισθήσεις υπολείπεται του αίματος.
– Θριαμβεύουμε συντριβόμενοι.
– Σ’ εκείνα τα χορταριασμένα μισόκλειστα μνήματα ακούγονται ακόμη
οι φωνές των πεθαμένων να λένε πως η ευτυχία είναι άλμα εις βάθος.
– Οι σκιές των δέντρων, αυτοί οι λυγμοί, που εκτίουν τις δικές μας ποινές
μέσα σε διαμερίσματα πλημμελή.
– Καμία λάμψη στο επέκεινα.
– Μεσάνυχτα. Ένα πρόσωπο μαρμαίρει απ’ τη νήψη.
– Τα ιλαρά, τ’ ακοίμητα καντήλια, που έχουν για καπάκι τους τα μαύρα τα σκουφιά.
– Όσο εντρυφείς στον πόνο, τόσο σμαλτώνονται τα σπλάχνα.
– Το βλέμμα να αποζητά πάντα κάτι βαθύτερο και απ' την απώτατη μνήμη.
– Τέτοιος ήλιος πού ’ναι να τον βρυχάσαι.
– Βαδίζω αργά. Μια γυναίκα περπατά λίγο πιο μπροστά.
Δεν ξέρω τίποτε για εκείνη, και όμως φέρουμε το ίδιο πένθος, αφού
οι ίσκιοι μας ομοιοκαταληκτούν.
– Αλήθεια η Καρδιά, ο Περιούσιος Καρπός και ο Ακένωτος, όμως αν και Ιούνης, ακόμη πικρός — πολύ πικρός.
Αθήνα, Μάιος 2024